μπαξεβάνης

μπαξεβάνης
ο овощевод, огородник; садовод

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "μπαξεβάνης" в других словарях:

  • μπαξεβάνης — ο κηπουρός, περιβολάρης. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. bahčivan] …   Dictionary of Greek

  • μπαξεβάνης — ο (λ. τουρκ.), ο κηπουρός, ο περιβολάρης …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μπαξεβανικά — τα τα προϊόντα τού μπαξέ, κηπουρικά, λαχανικά. [ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. τού πληθ. τού ουδ. ενός αμάρτυρου επιθ. μπαξεβανικός (< μπαξεβάνης)] …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»